Прејди на содржината

Ο ματωμένος γάμος

Од Wikibooks

Μετά το θάνατο του Μελά, το Μακεδονικό Κομιτάτο ορίζει ως νέο γενικό αρχηγό τον κρητικό ανθυπολοχαγό πεζικού Γεώργιο Κατεχάκη (Ρούβα). Ο Κατεχάκης περνάει τα σύνορα στις 20 Οκτωβρίου, επικεφαλής συμμορίας 25 αντρών, μεταξύ των οποίων βρίσκονται οι Κορεστιάνοι Δημήτρης Νταλίπης και Σίμος Στογιάννης, ο Σερραίος Δούκας Γαϊτατζής και οι Κρητικοί Παύλος Γύπαρης και Ιωσήφ Κουντουράκης.

Στις 27 Οκτωβρίου βρίσκεται κοντά στο χωριό Κοσταράντζα όπου συναντιέται με τις συμμορίες του Καούδη και του Καραλίβανου. ΄Ολοι μαζί, μετά διήμερη παραμονή, μεταβαίνουν στη Μπλάτσα [Blaca] . [1] Εκεί, οι Πύρζας και Καραλίβανος με τους άντρες τους, φεύγουν για να επιστρέψουν στην Ελλάδα, οι δε Κατεχάκης και Καούδης με τους υπόλοιπους πάνε στο Λέχοβο, όπου βρίσκονται το βράδι της 29ης Οκτωβρίου.

Στο Λέχοβο, έρχονται και τους συναντούν οι Πούλακας και Βρανάς με τους άντρες τους. ΄Ολοι μαζί τώρα φτάνουν τα 36 άτομα. Εκεί, μαθαίνουν στις 9 Νοεμβρίου, από δυο καταδότες απ’ το χωριό Ζέλενιτς [Zelenich] , [2] έναν τουρκαλβανό χωροφύλακα ονόματι Σούλιο και ένα χριστιανό ονόματι Γραμμενόπουλο, ότι την Κυριακή 13 Νοεμβρίου, ο εξαρχικός παπάς του Ζέλενιτς παντρεύει την ανιψιά του. Ο Κατεχάκης αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη όλων, να ματώσει το γάμο.

Σάββατο βράδι, έρχεται ο Σούλιος και τους οδηγεί στο χωριό του.

Το ένα μέρος του σώματος υπό τον Κατεχάκη κυκλώνει το χωριό απ’ έξω, ο δε Καούδης με τους υπόλοιπους μπαίνει μέσα, και με τις οδηγίες του Σούλιου, τοποθετεί τους άντρες γύρω απ’ τη γειτονιά που θα κτυπούσε.

Φτάνουν στο σπίτι του παπά. Εισερχόμεθα μέσα, σημειώνει ο Καραβίτης, αλλά δεν ευρίσκουμε παρά μία γρηά. ΄Ισως να είναι η παπαδιά. Με τη γρηά δεν μπορεί να συνεννοηθή κανείς. ΄Οτι και να της πουν εκείνοι που γνωρίζουν την γλώσσα της, δεν ακούν τίποτα άλλο από “νε ζναμ” (δεν γνωρίζω). [3]

Προφανώς ο γάμος γινόταν σε άλλο σπίτι. Χωρίς να βιάζονται, το ρίχνουν στο πλιάτσικο. Εγέμισε το σπίτι όλη η παρέα του Πούλακα, λέει ο Καούδης. Ανέβηκα πάνω και τί να ιδώ, μια σάλα μεγάλη και την παπαδιά να στέκει στη μέση της σάλας τρομαγμένη, να κρατεί μια λάμπα να έχουν δύο - τρία μπαούλα ανοιγμένα και σκορπισμένα ρούχα και να ψάχνουν, άλλοι τα ρούχα και άλλοι τες γωνίες για λάφυρα. [4]

Ψάχνουν στο χωριό και βρίσκουν το σπίτι του Στογιάν Γκότεφ. Εκεί γινόταν ο γάμος. Από μέσα ακουγόταν μουσική και τραγούδι. Ο Δούκας, γράφει ο Κλειδής, κτύπησε κι είπε στη γλώσσα της γυναίκας πως είναι καλεσμένος. Του άνοιξε, τη μαχαίρωσε και τους άνοιξε. Μπήκαν οχτώ και φθάσανε τη σκάλα. Τέσσερις την ανέβηκαν και στάθηκαν στην κλειστή πόρτα του σπιτιού, τέσσερις μείνανε στο πρώτο σκαλί να προσέχουν…Βγήκε και άλλη γυναίκα. Στο πρώτο σκαλί τη μαχαίρωσαν. [5]

Ανέρχομαι, διηγείται ο Καραβίτης, εις την σκάλα. Με ακολουθούν κάμποσοι, ο ένας πίσω από τον άλλο…Ανοίγω την πόρτα, είναι γεμάτη γυναίκες. Με την πρώτη ματιά διακρίνεται η νύφη από τα στολίδια του στήθους της. Κλείω την πόρτα αμέσως και γυρίζω το κλειδί. [6] Πριν κλειδώσει την πόρτα, μαχαιρώνει μια γυναίκα.

Ανοίγουν την πόρτα της κάμαρας που γίνεται το γλέντι και ανοίγουν πυρ σε κάθε κατεύθυνση. Ο Γύπαρης που παίρνει μέρος στη σφαγή, παρομοιάζει την επίθεση της συμμορίας, με την επίθεση του γερακιού σε κοπάδι πουλιών. Εδοκίμαζαν, γράφει, να φύγουν, μα παντού αντίκρυζαν τις μαύρες κάννες των ελληνικών τουφεκιών. [7]

Χαμηλά και όσο το δυνατόν οριζοντίως, λέει ο Καραβίτης, διευθύνω το όπλο για να ευρίσκη περισσότερα κορμιά. Εις την στιγμιαία λάμψη κάθε πυροβολισμού φαίνονται τα κορμιά σαν ένα πολύποδο τέρας που ασπαίρει στο αίμα του και εκτείνει προς όλας τας διευθύνσεις χέρια ποδάρια, δίκην πλοκάμων οκταποδιού. [8]

Η ελληνική συμμορία ολοκληρώνει τη σφαγή. Από όσους ήταν εις το σπίτι μέσα κανένας δεν έμεινε γερός. Το όλον ήσαν καμμιά τριανταριά, γράφει ο Καραβίτης. [9] Ο Γύπαρης [28Грешка во наводот: Погрешна ознака <ref>; наводите без име мораат да имаат содржина. διορθώνει τον Καραβίτη, και ανεβάζει τον αριθμό των αιματοκυλισμένων κορμιών που βρίσκονταν καταγής την ώρα που αναχωρούσε η συμμορία, σε 47. Σαράντα άντρες και τρεις γυναίκες νεκροί, είναι ο απολογισμός του Κλειδή. [10]

Καθ’ όλη τη διάρκεια του μακελειού, το οθωμανικό στρατιωτικό απόσπασμα που βρισκόταν στη Νέβεσκα, παραμένει στη θέση του αδρανές. Η κατηγορία για παθητική συνεργασία του με τους έλληνες συμμορίτες, διατυπώνεται επίσημα, από τους προξένους όλων των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων της εποχής.

Ο πρόξενος της Αυστρίας στο Μοναστήρι, γράφει χαρακτηριστικά: Από τη Νέβεσκα στο Ζέλενιτς η απόσταση είναι μισή ώρα. Υπολογίζεται ότι το γεγονός συνέβη κατά τις 9 τη νύκτα και ότι ρίχθηκαν περί τους 200 πυροβολισμοί. Στη Νέβεσκα ο στρατός και οι 10 χωροφύλακες κατ’ εντολή του Μουδίρη έμειναν αδρανείς και επισκέφτηκαν το Ζέλενιτς την επόμενη μέρα. [11]

Ο ματωμένος γάμος του Ζέλενιτς είναι η πρώτη μαζική σφαγή που πραγματοποιούν οι έλληνες μισθοφόροι στη Μακεδονία.

  1. Blaca ή Blaca Gracko ή Blaca Vlah ή Blatza. Χριστιανικό χωριό του καζά Καϊλαρίων. Ο Knchov δίνει 2.500 κατοίκους, 1.200 από τους οποίους είναι ΄Ελληνες και 1.300 Βλάχοι. Ο Brancoff δίνει 2.700 χριστιανούς, 1.500 ΄Ελληνες και 1.200 Βλάχους. Το 1913 απογράφονται 3.683 άτομα, το 1920, 399 οικογένειες - 1609 άτομα, και. το 1928, 2239 άτομα. Η ελληνική διοίκηση απογράφει το χωριό ως Βλάστη.
  2. Zelenich ή Zeleniche ή Zelenik. Χωριό του καζά Φλώρινας. Ο Knchov δίνει πληθυσμό 2.372 ατόμων και τον διακρίνει σε 1.800 χριστιανούς Μακεδόνες, 500 Τούρκους και 72 Τσιγγάνους. Ο Brancoff διακρίνει το χριστιανικό πληθυσμό σε 1.656 εξαρχικούς Μακεδόνες, 192 πατριαρχικούς Μακεδόνες και 102 Γύφτους. Ο Milojevich καταγράφει 310 χριστιανικές μακεδονικές και 190 τουρκικές οικογένειες. Η πατριαρχική μερίδα αριθμεί 15 οικογένειες [έγγραφο 4278]. Το 1913 απογράφονται 2.232, και το 1920, 2219 άτομα. Οι ανταλλάξιμοι Τούρκοι είναι το 1923, 170 οικογένειες - 1.100 άτομα. Τη θέση τους παίρνουν 379 πρόσφυγες - 88 οικογένειες: 53 μικρασιατικές, 25 θρακικές, 10 καυκάσιες [Πελαγίδης]. Το 1928 απογράφονται 1.437 άτομα, 346 από τα οποία είναι πρόσφυγες. Το 1932 καταμετρούνται 353 μακεδονόφωνες οικογένειες, 326 από τις οποίες θεωρούνται δεδηλωμένων σλαυϊκών φρονημάτων [Στατιστική 1932]. Το 1945 το χωριό αριθμεί 1.000 μακεδονόφωνους, 700 από τους οποίους θεωρούνται μη ελληνικής εθνικής συνείδησης και 300 ρευστής.[Στατιστική 1945]. Το 1951 απογράφονται 1.153 άτομα. Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε Σκλήθρον.
  3. Καραβίτης, τομ. Α΄, σ. 148.
  4. Ευθύμιος Καούδης, Απομνημονεύματα (1903 - 1907), επιμέλεια ΄Αγγελος Χοτζίδης, Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 86.
  5. Κλειδής, σ. 158 - 159.
  6. Καραβίτης, τομ. Α΄, σ. 152.
  7. Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος, Μακεδονικός αγώνας (1904 - 1908) η ένοπλη φάση, ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ, Θεσσαλονίκη, 1987, σ. 86.
  8. Καραβίτης, τομ. Α΄, σ. 153.
  9. ό.π., σ. 156.
  10. Βακαλόπουλος, σ.88.
  11. Κλειδής, σ. 163.